Για τον 36χρονο κοσμοπολίτη μπλόγκερ, συγγραφέα, μουσικό, φωτογράφο και λάτρη της περιπέτειας, το ταξίδι δεν είναι μόνο αναψυχή αλλά καταρχάς τρόπος και στάση ζωής.
«Βασικά είμαι απλώς ένας τυχαίος άνθρωπος. Δεν έχω κάτι πολύ ιδιαίτερο πάνω μου, ούτε υπάρχει κάτι που θα μπορούσε να με περιγράψει επαρκώς. Γεννήθηκα σε μια συγκεκριμένη τοποθεσία στη Γη, αλλά δεν νιώθω υπήκοος καμίας χώρας. Έχω κάνει πάρα πολλές διαφορετικές δουλειές, αλλά δεν έχω κανένα επάγγελμα. Πάντα προσπαθούσα να μάθω όσα περισσότερα μπορώ, αλλά δεν είμαι ειδικός σε τίποτα. Ονειροπολώ παθολογικά, αλλά δεν έχω μεγάλες φιλοδοξίες…»
Κάπως έτσι, σε ελεύθερη μετάφραση, ξεκινά το βιογραφικό του συνομιλητή μου, το ταξιδιωτικό blog του οποίου ξεχωρίζει για την απλότητα, την αμεσότητα και τον ιδιαίτερο τρόπο γραφής του. Για τον Dimis, τον οποίο ανακάλυψε και μου σύστησε ο Στάθης Τσαγκαρουσιάνος, το ταξίδι, η «γύρα» είναι τρόπος και στάση ζωής: Από τα 18 του χρόνια, οπότε άρχισε να εξερευνά τον πλανήτη, μέχρι τώρα στα 36 του έχει επισκεφθεί πάνω από τις μισές χώρες της Γης κι έχει πατήσει τέσσερις από τις έξι ηπείρους. Έχει βρεθεί σε κορυφές ψηλών βουνών, σε παραλίες, ποτάμια, λίμνες, καταρράκτες, σαβάνες, ζούγκλες, ερήμους, έχει κάνει χιλιάδες χιλιόμετρα με μέσα μαζικής μεταφοράς, με μοτοσικλέτα, με ποδήλατο, με βάρκα, με κανό και βέβαια με τα πόδια σε όλες τις κλιματικές ζώνες.
Όλα αυτά με κύρια εφόδια την ανοιχτοσύνη, την εφευρετικότητα, τη θέληση, τη δεξιοσύνη και την έμφυτη αισιοδοξία του. Είναι επίσης μπλόγκερ, μουσικός –η κιθάρα του αποδείχθηκε κι αυτή πολύτιμο εφόδιο στις εξορμήσεις του–, συγγραφέας, ερασιτέχνης φωτογράφος και κάμεραμαν με κύριο αντικείμενο, τι άλλο, τα ταξίδια. Τις προάλλες βρέθηκε για λίγο στην Αθήνα και με την ευκαιρία αυτή βρεθήκαμε και είπαμε πολλά ενδιαφέροντα, όπως αυτό: «Πολλές συμβουλές θα μπορούσα να δώσω σε έναν νεότερο ταξιδιώτη ανάλογα και με τον προορισμό, πρώτο και κύριο όμως είναι να αποβάλει κανείς τον φόβο, την ανασφάλεια και το άγχος για την επαύριο… να μην έχει επίσης προκαταλήψεις, να είναι ανοικτός σε ανθρώπους, κουλτούρες και εμπειρίες – αποκτάς κιόλας έτσι μια πιο σφαιρική εικόνα της ανθρωπότητας, του πλανήτη αλλά και του ίδιου του εαυτού σου».
— Για πες, λοιπόν, πώς άρχισαν όλα;Γεννήθηκα στο Μαρούσι, αλλά στα πέντε μου χρόνια μετακομίσαμε οικογενειακώς στη Χαλκίδα, όπου έζησα μέχρι τα δεκαοκτώ. Το πρώτο μου βιβλίο, όταν ακόμα ήμουνα νήπιο, ήταν ένας Παγκόσμιος Άτλας, προσφορά με κουπόνια της εφημερίδας «Τα Νέα». Ήταν δώρο του παππού κι από εκεί ξεκίνησα να μαθαίνω γράμματα, που λένε! Μου καλλιεργήθηκε ταυτόχρονα μια περιέργεια, μια «κάψα» να γνωρίσω άλλα μέρη και ανθρώπους, είχα κιόλας μια έμφυτη προδιάθεση για περιπέτεια. Στα 12-13 μου χρόνια είχα «οργώσει» όλη την Εύβοια και την Αττικοβοιωτία με ποδήλατο. Έκανα και πεζοπορίες, έπαιρνα τα βουνά, κοιμόμουνα έξω στο δάσος, ησυχία δεν είχα! Στα 18 μου ταξίδεψα πρώτη φορά στο εξωτερικό, στην Ιταλία, και στα 20 «ξενιτεύτηκα» για κάποια χρόνια, έζησα Σουηδία, Νορβηγία και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
— Οι περισσότεροι νέοι σε αυτή την ηλικία ξενιτεύονται για σπουδές, αλλά δεν ήταν, νομίζω, αυτή η περίπτωσή σου.
Όχι, ένα γυμνάσιο έχω τελειώσει. Για να βγάλω τα έξοδά μου στα ταξίδια αυτά, δούλευα όπου έβρισκα. Στη Νορβηγία, ας πούμε, δούλευα σε κατασκευές σκηνών για ροκ συναυλίες, Pink Floyd, Eagles, Iron Maiden, Metallica… Σε οικοδομές έχω επίσης εργαστεί αρκετά, σε εστιατόρια, τι δεν έχω κάνει. Άλλες φορές πάλι παίρνω την κιθάρα μου και κατεβαίνω στον δρόμο, κάτι θα βγει. Είτε χρήματα, είτε κάποιο γεύμα, είτε γνωριμίες, είτε απλώς θα κεφάρω με αγνώστους, είτε όλα μαζί! Η μουσική είναι ένα σίγουρο καταφύγιο στα δύσκολα – εκτός από κιθάρα, παίζω αρμόνιο και άλλα όργανα.
Όταν βρέθηκα στην Αβάνα, τριγυρνούσα με την κιθάρα στο ένα χέρι, ένα μπουκάλι ρούμι στο άλλο κι ένα πούρο στην τσέπη. Αν βγεις στην πόλη από το απόγευμα και μετά, δεν βρίσκεις να κάτσεις, είναι όλος ο κόσμος έξω και κάθε τόσο συναντάς μουσικούς και αυτοσχέδιες μπάντες. Δεν έχω γενικά θέμα με οποιαδήποτε απασχόληση, όμως οι «κανονικές» δουλειές με ωράριο, προϊσταμένους, αφεντικά από πάνω μου κ.λπ. δεν ήταν ποτέ για μένα. Αντιπαθώ έπειτα τη ρουτίνα, προτιμώ να αλλάζω παραστάσεις και περιβάλλοντα, να δοκιμάζομαι σε καινούργια πράγματα κάθε φορά.